ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ

 
 

ΕΠΩΝΥΜΟ: Κουρτέσης

 
 

Συνηθισμένο επώνυμο στήν εποχή μας. Σημαίνει κομψευόμενος, φιλάρεσκος

 
  Περαστε το δεικτη του ποντικου σας πανω απο τις εντονες λέξεις για λεπτομερειες ... και υπάρχουν πολλές. Είναι οι ίδιες που εμφανίζονται και στο τέλος του κειμένου με παράτιτλο «Σημειώσεις».  

 
Κουρτέσης

επίθ.· θηλ. κουρτεσά· πληθ. κουρτέσηδες — κουρτέσοι.
• Eυγενικός, λεπτός στους τρόπους: o επειδή είσαι Φράγκος, θέλεις είσταιν κουρτέσης (Mαχ. 47210).
• Tο θηλ. ως ουσ. = νεαρή γυναίκα ευγενικής καταγωγής: o στρατιώτης παράξενος και ωραία κουρτέσα (Λίβ. P 2533). [<μεσν. γαλλ. corteis ή <ιταλ. cortese. Tο θηλ. α στο Meursius (λ. ος) και σήμ. ιδιωμ. H λ. στο Du Cange]

κουρτεσία η· κουρτεσά· κουρτεσιά· κουρτεχία.

• 1) Eυγένεια, καλή συμπεριφορά: o όπου ευρίσκεται κουρτεχία, ούλα τα λογία είναι παιδεμένα (Mαχ. 47210). • 2) Διασκέδαση: o (Aλεξ. 2732).
• 3) Έκφρ. διά κουρτεσιάν ή για κουρτεσάν = για το χατίρι μου· παρακαλώ: o (Φλώρ. 100), (Φαλιέρ., Θρ. 334). [<προβ. courtesia ή <ουσ. κουρτέσης + κατάλ. ία. H λ. στο Meursius (λ. έσος)]

ΠΗΓΗ:http://www.greek-language.gr/greekLang/medieval_greek/kriaras/index.html

Στην σημερινή «καθωσπρέπει» Ιταλικη ή εκφαση «per cortesia» χρησιμοποιείται αντί του κοινού «prego» (παρακαλώ). Οπως λέμε «αν έχετε την καλωσύνη».

4) Ενα αλλο νοημα της «κουρτεσιάς» φαίνεται στο Μεσαιωνικό Ακριτικό Ποιήμα «Η αρπαγή της γυναικός του ακρίτου»

Οι μαύροι μου όσοι τάκουσαν ούλοι βουβοί απομείναν
κι' όσαις φοράδες τάκουσαν έρρηξαν τα πουλάρια,
κ' ένας γρίβας παλιόγριβας, σαρανταπληγιασμένος,
κείνος απολογήθηκε, γυρίζει και μου λέει.
"Εγώ είμαι αψύς και γλήγορος να πάγω όθε κι' αν είναι.
Οπού είναι γάμος και χαρά πάνε τα νια πουλάρια,
οπού είναι πόλεμος φρικτός παίρνουν εμέ το γέρο.
Εγώ είμαι γέρος κι' άχαρος, ταξίδια δε μου πρέπουν,
μα για χατίρι της κυράς να μακροταξιδέψω,
οπού μ' ακριβοτάγιζε 'ς το γύρο της ποδιάς της,
κι' οπού μ' ακριβοπότιζε 'ς τη χούφτα του χεριού της.
Μόν' δέσε το κεφάλι σου με δυο με τρία μαντήλια,
και σφίξε τη μεσούλα σου με δυο με τρία ζουνάρια,
να μη σε φάη η βουή και ντραλιστής και πέσης.
Και μη σε πάρη κουρτεσιά και βάλης φτερνιστήρι,
και θυμηθώ τη νιότη μου και κάμω σαν πουλάρι,
και σπείρω τα μυαλούδια σου 'ς εννιά μοδιώ χωράφι."

 

 
Ετυμολογία Απο το Ιταλικο Corte = αυλή που προέρχεται απο το λατινικό cohors=αυλή, περίβολος. Απο τήν ιδια ρίζα προερχεται η λέξη κόρτε (συνώνυμο του φλερτ).
Σημειώσεις

cohors

Αιτιατική του λατινικού cortem(= κλειστή αυλή από Hortus = κήπος). Απο το cohors προέρχεται η λεξη κοόρτη= μοναδα του ρωμαικου στρατου που εμενε σε περιφραγμενο στρστοπεδο,cohors (αυλή). Στα Ελληνικά χρησιμοποιείται η λέξη «καταυλισμός».

Ο τόπος διαμονής δημιουργεί και το όνομα! Παρόμοια απο το Λατ. fossa=τάφρος, όρυγμα παράγεται το fossatun = το δια ταφρου προστατευμένο στρατόπεδο, και από εκεί το μεσαιωνικό-Βυζαντινό φοσσάτο ή φουσάτο = στρατός.πρβλ. το μετεμφυλιακο εμβατήριο
«Των εχθρών τα φουσάτε περάσαν
σαν τον Λιβα που καίει τα σπαρτά.»

Υπήρχε cohors alaria=συμμαχική, cohors equitata=ιππικού, cohors prætoria=πραιτωριανοί, cohors urbana=αστική, στρατονομία, ΕΣΑ.

Μια κοόρτη αποτελείται από έξι «εκατονταρχίες» ή Centuria των 80 ανδρών, διοικούμενες από εκατόνταρχους (κεντηρύωνες) επικουρούμενους από κατώτερους αξιωματικούς. Σε διάφορες χρονικές στιγμές πριν από τις μεταρρυθμίσεις, μια κοόρτη θα μπορούσε εχει απο 60, 80 εως 100 άνδρες. Πιθανοτερο ειναι το 100 αφου το «Centuria» προέρχεται ετυμολογικά από το centum = 100. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο αρχαιότερος εκατόνταρχος από τις έξι Centuriæ θα διοικούσε το σύνολο της κοόρτης. Κατά σειρά αρχαιότητας, οι έξι ήταν κεντηρύωνες centurions τίτλο hastatus posterior, hastatus prior, princeps posterior, princeps prior, pilus posterior και pilus prior (ο αρχαιότερος).

Η ιδια λέξη δημιούρηγησε γαλλική cour από όπου προήλθε η αγγλική court=Αυλή και Δικαστήριο.

Η έννοια το όρου «court» ως ενα δικαστικό συγκροτήμα μαρτυρείται το πρώτον κατά τον 12ο αιώνα και προέρχεται από την προηγούμενη χρήση του ιδιου όρου που σήμαινε τον Αρχοντα και το περιβάλλον του. Ο αρχοντας-φεουδάρχης συνεδρίαζε, δικαζε, για να αποφανθεί για αστικές διαφορές σε μια τέτοια κλειστή αυλή στο κάστρο του. Οι έμπιστοί του σύμβουλοι, αξιωματούχοι ονομαζονταν με μια λέξη «αυλικοί» και ασφαλως αποτελουσαν μια αριστοκρατική ελίτ: κομψευόμενη, ερωτοτροπούσα (κόρτε), με καλούς τρόπους, με ωραία ένδυση και εμφάνιση.

κουρτεσιά

Φιλαράσκεια, Κομψότης παρόμοια με του Ευγενούς, του Αυλικού. Προφανως το ονομα δοθηκε για τους κομψευόμενους και οχι τους αυλικούς που και λιγοι ηταν και συντομα εξαφανίστηκαν.

φτερνιστήρι

Απο το πτέρνη=φτέρνα, σπηρούνι. Αιχμηρή μεταλλική κατασκευή που δεδονταν με λουριά στην φτέρνα του ιππέα με σκοπο να κεντάει τα πλευρά του αλόγου για να τρέχει.

Το φτερνιστήρι ηταν το σπηρούνι που δεν ειχε μονο πρακτική σημασια αλλα και ηταν συμβολο εξουσιας και τιτλος.

Το Τάγμα τού Χρυσού Περνιστήρος (σπηρουνιού) (ιταλικά: Speron d'oro, Γαλλικά: Éperon d'Or), παλαιότερα γνωστή και ως το «Τάγμα του Χρυσού Στρατού», είναι μια παπική τάξη ιπποσύνης που απονέμεται σ' εκείνους που έχουν καταστεί ο ένθερμοι υποστηρικτές της διάδοσης της Καθολικής πίστης, ή που έχουν συμβάλει στη δόξα της Εκκλησίας, είτε με πολεμικά κατόρθωματα, είτε με γραπτά κείμενα, ή άλλες επιφανείς πράξεις.

Ο γρίβας θεωρεί οτι μόνο απο φιλαρέσκεια ο ήρωας του ποιήματος μπορεί να σκεφτόταν να φορέσει τα σπηρούνια του, ή πιθανότητα να τα χρησιμοποιήσει θα εκνεύριζε τον ήδη σαρανταπληγιασμένο γρίβα, που προσφέρθηκε εθελοντικά. Η προθυμια να αναλάβει ο γρίβας την αποστολή προυποθέτει οτι δεν υπήρχε πρακτική ανάγκη πίεσης. Άρα μόνο απο φιλαρέασκεια (κουρτεσιά) μπορει να φορούσε σπηρούνια ο Ακρίτης.